Αναζήτηση Tags

Συμπληρώστε λέξη ή φράση

Σύνθετη Αναζήτηση

 

Σπάρτη - Μυστράς

Στον λόφο του Μυστρά από τα χρόνια των ενετο-οθωμανικών συγκρούσεων του 17ου αιώνα οι περιηγητές γνώρισαν το κάστρο στην κορφή του λόφου και τη βυζαντινή πολιτεία στις πλαγιές, η οποία κατοικείτο και την οποία εσφαλμένα θεωρούσαν ως την πόλη της Σπάρτης.

Ο V.M. Coronelli, ιδρυτής της Γεωγραφικής Aκαδημίας των Αργοναυτών στη Bενετία, δεν ταξίδεψε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά κυκλοφόρησε πολλές εκδόσεις με εκατοντάδες χαλκογραφίες, διθύραμβο για τις νικηφόρες μάχες των συμπατριωτών του κατά τον Eνετο-οθωμανικό πόλεμο (1684-1687). Τα σχέδια αυτά, που αντιγράφηκαν αυτούσια ή σε παραλλαγές, συνοδεύουν έκτοτε πάμπολλες επανεκδόσεις ή μεταφράσεις των έργων του ή εικονογραφούν μεταγενέστερα ταξιδιωτικά χρονικά, ιστορικά συγγράμματα και έντυπες γεωγραφικές εκδόσεις. Έτσι λοιπόν συναντάμε “άποψη του Μυστρά ή Σπάρτης” σε διαφορετικές εκδόσεις και παραλλαγές του θέματος και σε άλλα έργα που επηρεάστηκαν από τα δικά του (V.M. Coronelli στα 1687 και V.M. Coronelli στα 1688 καθώς και Οl. Dapper στα 1688). Τα χαρακτικά στο έργο του V.M. Coronelli (1708) και σε άλλη επανέκδοση V.M. Coronelli(1708) παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρόλο που πολλοί πίνακες επαναλαμβάνουν θέματα που είχαν ήδη δημοσιευτεί σε προγενέστερες εκδόσεις της Γεωγραφικής Ακαδημίας των Αργοναυτών. Οι πίνακες στο έργο του J. Sandrart(1687) απεικονίζουν κάστρα και τοποθεσίες, κυρίως της βενετικής κυριαρχίας. Παρόμοια έργα κυκλοφόρησαν για να εξάρουν τις νικηφόρες νίκες των Ενετών στη σύγκρουση τους με του Οθωμανούς στη διάρκεια του ΣΤ΄Βενετο-οθωμανικού πολέμου  (1684-1699). Καταφανώς επηρεασμένο από τις εκδόσεις της Γεωγραφικής Ακαδημίας των Αργοναυτών, το έργο του G. Albrizzi (1687) παραδίδει απόψεις από σημαντικά κάστρα, λιμάνια και πόλεις κυρίως στην Πελοπόννησο.

Στα τέλη του 17ου αιώνα, οι εκδόσεις του J. Peeters (1690) εξαίρουν τις νίκες των χριστιανικών δυνάμεων της Δύσης στους Βενετο-οθωμανικούς πολέμους. Απεικονίζονται πόλεις, λιμάνια και τοποθεσίες από την Αδριατική θάλασσα έως την Ινδία.

Στις αρχές πια του 19ου αιώνα έχουμε τις πρώτες περισσότερο ζωγραφικές απόψεις του χώρου πρώτα στο έργο του W. Williams (1829), ο οποίος με έντονα ρομαντικό εικαστικό ύφος αποτύπωσε όλους τους χώρους που ήταν συνδεδεμένοι κυρίως με την αρχαιότητα. Οι λιθογραφίες του Α.-V. Joly (1824), εμπνευσμένες από προγενέστερα έργα παρόμοιας θεματικής, εναρμονίζονται απόλυτα με το φιλελληνικό πνεύμα της εποχής.

 Ακολούθως συναντούμε άποψη του Μυστρά, στο ίδιο περίπου ύφος, σε ένα από τα πολύ αγαπητά Λευκώματα που αφορούν αξιοθέατα σε όλη τη Μεσόγειο (G.N. Wright στα 1842). Επίσης σε επανέκδοση (1882) του πολύ πετυχημένου (περισσότερο ιστορικο-αφηγηματικού παρά ταξιδιωτικού) έργου του Cr. Wordsworth έχουμε άποψη του Μυστρά, της κοιλάδας του Ευρώτα και του αρχαίου θεάτρου της Σπάρτης. Η διεισδυτική ματιά και η παρατηρητικότητα στους χώρους και τους ανθρώπους που χαρακτηρίζει το κείμενο του H. Belle (1881) διακρίνεται και στο εικονογραφικό υλικό που εμπλουτίζει το χρονικό του. Έντονη συναισθηματική φόρτιση χαρακτηρίζει τα εκ του φυσικού σχέδια του Γάλλου ζωγράφου Th. Le Blanc (1833-34).

Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όταν η Βυζαντινή αρχαιολογία κερδίζει σιγά-σιγά έδαφος στον χώρο της έρευνας, το ενδιαφέρον στρέφεται και στα χριστιανικά μνημεία του Μυστρά. Το τοπίο, τα μνημεία αλλά και οι άνθρωποι εμπλουτίζουν την εικονογράφηση του ταξιδιωτικού χρονικού του A. Schweiger Lerchenfeld (1887), ενώ έργα, όπως του Fr. Perilla (1929), αναδεικνύουν τα μνημεία, τον χώρο και λεπτομέρειες των κτισμάτων με όλες τις τεχνικές εικονογραφίας (σχέδια, ακουαρέλες, χαρακτικά, φωτογραφία). Τέλος, η φωτογραφία (Ε. Reisinger στα 1923) γίνεται η πιο πιστή και αντικειμενική απεικόνιση του τοπίου και των μνημείων.

 Όσο για τις απεικονίσεις της Σπάρτης, παρακολουθούμε, λόγω της λαμπρού της αρχαιοελληνικού παρελθόντος, να παίρνει ήδη θέση στα πρώτα τυπωμένα βιβλία, όπως στο «Χρονικό της Νυρεμβέργης» του H. Schedel (1493), μια εικονογραφημένη ιστορία του κόσμου, όπου βέβαια οι πόλεις αποδίδονται φανταστικά και σχεδόν όλες όμοιες μεταξύ τους. Περίπου μισόν αιώνα αργότερα ο Γερμανός ουμανιστής N. Gerbelius εξέδωσε (1545) ένα συνοδευτικό κείμενο για τον χάρτη του Κερκυραίου Ν. Σοφιανού (κυκλοφόρησε στα μέσα του 16ου αιώνα) το οποίο και εικονογραφείται με απόψεις μερικών πόλεων και τοποθεσιών που σχετίζονται με τα τοπωνύμια του χάρτη. Η φανταστική αναπαράσταση της Σπάρτης, στο εικαστικό πνεύμα της εποχής, προσπαθεί να αποδώσει και το μεγαλείο των αρχαίων κτισμάτων. Σχεδόν τέσσερις αιώνες αργότερα, στο έργο του πολυγραφότατου Ιρλανδού λογίου J.P. Mahaffy που αναφέρεται σε περιηγήσεις του στην Ελλάδα (1890) και εμπλουτίστηκε με εξαιρετικές ξυλογραφίες, ανάμεσα στα χαρακτικά αυτά συναντούμε και μια φανταστική απεικονίση της Σπάρτης. Επίσης ανάμεσα στις ξυλογραφίες που κοσμούν το έργο του J. von Falke (1887 / 2002),  απεικονίζονται και φανταστικές αναπαραστάσεις που αφορούν κυρίως τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο των αρχαίων Ελλήνων και ειδικότερα και των αρχαίων Σπαρτατιών.

Τον 18ο πλέον αιώνα (1770), οι απόψεις του χώρου που μας παραδίδει ο D. Le Roy (σύμφωνα με τους αισθητικούς κανόνες της εποχής εικονιστικά όλα είναι επιτρεπτά), είναι συγκεχυμένες, το θέμα υπερτερεί της εικόνας και η συγκίνηση είναι σημαντικότερη της αποτύπωσης. Μετά το ταξίδι του στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 19ου αιώνα, ο O.M. von Stackelberg (1834) κατάφερε να αποδώσει τόσο τις ιστορικές τοποθεσίες, όσο και τις αρχαιότητες με το νέο, βαθμιαία αναφαινόμενο, εικαστικό ρεύμα του ρομαντισμού. Στο ποιητικό έργο επίσης του W. Haygarth (1814), το τοπίο είναι εκείνο που ανασύρει τις ιστορικές μνήμες, όπως άλλωστε συμβαίνει και στις ήρεμες πανοραμικές απόψεις του O.M. von Stackelberg στα 1830 και στο πετυχημένο έργο του Cr. Wordsworth (στην επανέκδοση του 1882).  Οι λιγοστές αρχαιότητες της εποχής αναζητούνται (F.Ch.H.L. Pouqueville στα 1835 και D. και Ν. Stephanopoli, στα 1800), ενώ χάρτες για την περιοχή έχουμε και από τους J.J. abbé Barthélemy (1832) F. Aldenhoven (1841), W.M. Leake (1846) και φυσικά στους ταξιδιωτικούς οδηγούς στα τέλη πια του 19ου αιώνα (K. Baedeker στα 1894).  Η χαρτογράφηση της έκδοσης του Abbe Barthélemy, «Το ταξίδι του Νέου Ανάχαρση», από τον πρωτοπόρο γεωγράφο και χαρτογράφo J.D. Barbié du Bocage (1788) αποτελεί ένα σπουδαίο έργο όπου συνδυάστηκε η λόγια γνώση των αρχαίων κειμένων με τα σύγχρονα πορίσματα από επιτόπιες γεωγραφικές έρευνες.  

Σχέδια υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας και τεχνικής συνοδεύουν τις καίριες παρατηρήσεις των μελών του Τμήματος Αρχιτεκτονικής και Γλυπτικής της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής του Μοριά, υπό τη διεύθυνση του G.A. Blouet, πάνω στα μνημεία και τους τόπους που είχαν αναλάβει να ερευνήσουν. Τα πορίσματα των μελετών αυτών και τα σχέδια που τα συνοδεύουν, πολλά από τα οποία αφορούν αρχαιότητες από τη Σπάρτη, τα οποία και κυκλοφόρησαν σε τρεις μνημειώδεις τόμους (1831, 1833, 1838), συνέβαλαν πολύ στην διαμόρφωση της εικόνας των μνημείων και έγιναν εγχειρίδιο αναφοράς για κάθε μελλοντική σχετική μελέτη. 

Οι άνθρωποι του χώρου αναπαρίστανται ή φωτογραφίζονται (Ch. Deval στα 1827 και Fr. Perilla στα 1929) και προς τα τέλη του 19ου αιώνα συγκεκριμένα πια ερείπια και κτίσματα δημοσιεύονται σε έργα όπου το εικονογραφικό στοιχείο σχεδόν υπερκαλύπτει τις περιγραφές (A. Von Schweiger Lerchenfeld στα 1887).

Σύνταξη: Ιόλη Βιγγοπούλου