Σάμος
Η Σάμος, ελαύνει στον χώρο της λογιοσύνης και των γεωγραφικών εκδόσεων, όπως και η υπόλοιπη νησιωτική Ελλάδα, με το «Liber Insularum Archipelagi», ένα πρωτοπόρο χαρτογραφικό χειρόγραφο έργο του Cr. Buondelmondi στις αρχές του 15ου αιώνα, που έγινε και πρότυπο για τα μεταγενέστερα έντυπα νησολόγια, όπως του B. dalli Sonneti (1485) όπου όλοι οι χάρτες συνοδεύονται από έμμετρα σχόλια με τη μορφή σονέτων και το νησολόγιο του B. Bordone (1547), όπου τα επεξηγηματικά κείμενα δίδουν πληροφορίες για τους θρύλους και την ιστορία των νησιών.
Προς τα τέλη του 16ου αιώνα η Σάμος εμφανίζεται στο πρωτοποριακό για την εποχή του νησολόγιο (1574) του G. Fr. Camocio, το οποίο επηρέασε μεταγενέστερα νησολόγια, όπως αυτό του G. Rosaccio (1598), αλλά και εικονογράφησε (1615) προσκυνηματικά χρονικά (H. Beauvau). Όπως όλα τα έργα του είδους, το νησολόγιο του Antonio Millo (1582-91) εμπλουτίζεται από χαρακτικά που είχαν ήδη δημοσιευθεί σε έντυπες εκδόσεις της εποχής. Στους χάρτες των νησολογίων του, και σε αυτόν της Σάμου, ο Αντώνιος σημειώνει τα επικίνδυνα σημεία πλεύσης, και χρησιμοποιεί τα τοπωνύμια των πορτολάνων της εποχής Στην έκδοση του Μ. Boschini, μικρό νησολόγιο και όμορφο δείγμα της βενετσιάνικης χαρακτικής των μέσων του 17ου αιώνα, ο χάρτης της Σάμου, όπως και όλοι οι άλλοι, συνοδεύεται με επεξηγηματικό κείμενο ιστορικο-γεωγραφικού περιεχομένου.
Οι εξαιρετικής χάραξης χάρτες της αρχαίας Ελλάδος του J. Laurenberg (1660) συνοδεύονται από επεξηγηματικά ιστορικο-γεωγραφικά κείμενα, όπου αναγνωρίζουμε την βαθιά λόγια γνώση του δημιουργού.
Στο χρονικό του G. Wheler (1682), που αποτελεί μέτρια αντιγραφή του έργου του Spon αλλά είχε μεγάλη επιτυχία, δημοσιεύεται παράσταση από νόμισμα της νήσου. Στο πλούσιο σε περιεχόμενο λόγιο έργο ("Archipel" στα 1688) του Ol. Dapper (που ξεχώρισε με τα εξαιρετικής τεχνικής χαρακτικά και το οποίο βασίστηκε κυρίως σε πηγές της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας, πορτολάνους, νησολόγια, σύγχρονές του περιηγητικές μαρτυρίες και έγκυρους χάρτες της εποχής), υπάρχει ένας ενδιαφέρων χάρτης και πίνακας με αρχαία νομίσματα από τη Σάμο. Το νησολόγιο του Fr. Piacenza (1688) περιλαμβάνει χάρτες με εξαιρετική χάραξη και πλούσιο αφηγηματικό υλικό για τα νησιά του Αιγαίου πελάγους αλλά και την Κύπρο και την Πελοπόννησο. Στα τέλη του 17ου αιώνα, οι εκδόσεις του J. Peeters εξαίρουν τις νίκες των χριστιανικών δυνάμεων της Δύσης στους Βενετο-οθωμανικούς πολέμους. Στην εκδοση του 1686 απεικονίζονται πόλεις, λιμάνια και τοποθεσίες στην Αυστρία, τη νότιοανατολική Ευρώπη, την ανατολική Μεσόγειο και περιοχές της Ασίας ώς τη Σαουδική Αραβία, ενώ σε επόμενη έκδοση (J. Peeters, στα 1690) Απεικονίζονται πόλεις, λιμάνια και τοποθεσίες από την Αδριατική θάλασσα έως την Ινδία.
Ο J. Seller ήταν ο δημιουργός της πρώτης λεπτομερούς χαρτογράφησης των ακτών της Μεσογείου, γνωστής με τον τίτλο «English Pilot...», η οποία πρωτοεκδόθηκε τον 17ο αιώνα, επανεκδόθηκε επανειλημμένα, και συνέχισε να χρησιμοποιείται ως έργο αναφοράς μέχρι και τον 19ο αιώνα (εδώ η έκδοση του 1771). Το συνολικό έργο του Seller καθιέρωσε την αγγλική γλώσσα στους ναυτικούς χάρτες και επηρέασε έντονα τις μεταγενέστερες χαρτογραφικές εκδόσεις. Παραδίδονται σχέδια ακτών της περιοχής.
Η χαρτογράφηση της έκδοσης του Abbe Barthélemy, «Το ταξίδι του Νέου Ανάχαρση», από τον πρωτοπόρο γεωγράφο και χαρτογράφo J.D. Barbié du Bocage (1788) αποτελεί ένα σπουδαίο έργο όπου συνδυάστηκε η λόγια γνώση των αρχαίων κειμένων με τα σύγχρονα πορίσματα από επιτόπιες γεωγραφικές έρευνες.
Στην πολύτιμη για τον πλούτο των πληροφοριών έκδοση (1717) του J. Pitton de Tournefort, που κυκλοφόρησε μετά το ταξίδι του στο Αιγαίο πέλαγος και απετέλεσε έκτοτε οδηγό για τους ταξιδιώτες και τα δρομολόγια τους στο Αρχιπέλαγος, οι εικόνες του για τη Σάμο, εκτός από τον χάρτη, αφορούν τις ενδυματολογικές συνήθειες των γυναικών, λεπτομέρειες από αρχαιότητες και μία με δείγμα ορνιθοπανίδας.
Στο πλούσιο σε εικόνες και πληροφορίες οδοιπορικό του R. Pococke (1745), το οποίο ικανοποίησε και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες, δημοσιεύονται για πρώτη φορά κατόψεις μνημείων, λεπτομέρειες από αρχιτεκτονικά μέλη και χάρτης της αρχαίας πόλης. Στα πολύ δημοφιλή ζωγραφικά έργα του ο L. Mayer (1810) δεν περιορίστηκε στην αποτύπωση μόνον των αρχαίων μνημείων, αλλά προσέθεσε γραφικές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Σε μια από τις πολλές εκδόσεις πάνω στα ήθη, τα έθιμα, τις ενδυμασίες και τα μνημεία της Ελλάδος (Griechenland, 1825c), η εικονογράφηση δανείζεται πίνακες από δημοφιλή ταξιδιωτικά έργα τα οποία είχαν κυκλοφορήσει τις προηγούμενες δεκαετίες. Έτσι, το «Λιμάνι του Πυθαγορείου στη Σάμο», είναι αντιγραφή του αντίστοιχου θέματος από το έργο του L. Mayer σε νέα χάραξη.
Στο μεγαλόπνοο έργο του M.G.F.A. Choiseul-Gouffier, το οποίο εξέφρασε με έναν νέο και πρωτότυπο τρόπο το αρχαιόφιλο και φιλελληνικό πνεύμα της εποχής του, ενώ εισήγαγε (τέλος 18ου- αρχές 19ου αι.) την «εικόνα» ως πρωτεύον στοιχείο σε ταξιδιωτικό χρονικό, δημοσιεύονται λεπτομέρειες από αρχιτεκτονικά λείψανα, χάρτης της νήσου και η θαυμάσια άποψη με τον όρθιο κίονα από το Ηραίο. Όπως και στα άλλα του έργα, ο Άγγλος τοπογράφος W.M. Leake (1824) παραδίδει συγκροτημένες και λεπτομερειακές αρχαιολογικές παρατηρήσεις.
Η άποψη αυτή των ερειπίων με τον κίονα επανεμφανίζεται αφενός στην έκδοση (1835) του F.C.H.L. Pouqueville, (ο οποίος μας κληροδότησε σε άλλο του έργο ένα από τα πιο συγκροτημένα κείμενα για την γεωμορφολογία της ηπειρωτικής Ελλάδας) και αφετέρου στην πλούσια εικονογραφημένη έκδοση που περιγράφει το ταξίδι του J.H. Allan στη Μεσόγειο, στα μέσα του 19ου αιώνα. Εντυπωσιακή είναι επίσης η εικόνα του λιμένα στο επιχρωματισμένο χαρακτικό του L. Mayer (1830) που δημοσιεύεται σε πρόσφατο Λεύκωμα (Piraeus and Ports στο 2000).
Στη μικρού σχήματος έκδοση (1812) με εξαιρετικής ποιότητας μικρά έγχρωμα χαρακτικά του αξιόλογου A.L. Castellan, εικονίζεται γυναικεία ενδυμασία από τη Σάμο και αυτή η εικόνα συμπεριλαμβάνεται σε σχολιασμένη έκδοση (1953) για ενδυμασίες (Ph. Argenti).
Σε ένα από τα σημαντικά προεπαναστατικά ταξίδια, αυτό του οξυδερκή και διορατικού Ed.D. Clarke, το χρονικό του οποίου κυκλοφόρησε στα 1814, ενδιαφέρον παρουσιάζουν η σχεδίαση των φυσικών ορογραμμών, όπως διακρίνονται από τη θαλάσσια πλεύση, ενώ έχουμε και τη χαρτογράφηση του λιμανιού και των υδάτων σε σημαντικό λιμενοδείκτη (J. Roux στα 1804).
Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα η φωτογραφία ανατρέπει τις επιλεκτικές υποκειμενικές αναπαραστάσεις του χώρου και την ίδια στιγμή γίνεται το πιο ισχυρό όπλο για την καταγραφή της πραγματικότητας, πάντα όμως από το χέρι του δημιουργού της. Τα χαρακτικά και οι ακουαρέλες με τοπία ή λεπτομέρειες του χώρου και ανθρώπινους τύπους, τα οποία προέρχονται από σχέδια του ίδιου του P. Jeancard (1919), θυμίζουν φωτογραφικές λήψεις. Σταθμό στις φωτογραφικές αποτυπώσεις αποτελεί το έργο του F.F. Boissonnas. Έτσι και για τη Σάμο, ο φημισμένος φωτογράφος επικεντρώνεται (1919) με πάθος και ευαισθησία στα αριστουργηματικά αρχαϊκά ευρήματα από το Ηραίο.
Σύνταξη: Ιόλη Βιγγοπούλου