Αναζήτηση Tags

Συμπληρώστε λέξη ή φράση

Σύνθετη Αναζήτηση

 

Εύβοια

Η Εύβοια, όπως και όλα τα άλλα νησιά του Αιγαιακού Αρχιπελάγους, ελαύνει στον χώρο της λογιοσύνης και των γεωγραφικών εκδόσεων με το χειρόγραφο χαρτογραφικό έργο «Liber Insularum Archipelagi» του Cr. Buondelmonti (1420). Το έργο αυτό έμελλε να επηρεάσει όλα τα μεταγενέστερα χειρόγραφα αλλά και έντυπα παρεμφερή έργα, τα νησολόγια δηλαδή που κυκλοφόρησαν έως τις αρχές του 18ου αιώνα περίπου. Έτσι τόσο το έντυπο νησολόγιο του B. dalli Sonetti (1485), όπου οι χάρτες συνοδεύονται από έμμετρα κείμενα σε μορφή σονέτων, όσο και αυτό του B. Bordone (1547), όπου τους χάρτες συμπληρώνει επεξηγηματικό κείμενο για την ιστορία και τη μυθολογία της νήσου, έχουν εμπνευστεί από το πρωτοπόρο αυτό έργο των αρχών του 15ου αιώνα. Μετά τη νικηφόρα για τις χριστιανικές δυνάμεις της Δύσης ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), στο πρωτοποριακό για την εποχή του νησολόγιο (1574) του G.Fr. Camocio, το οποίο επηρέασε μεταγενέστερα νησολόγια, όπως αυτό του G. Rosaccio (1598), υπάρχει χάρτης της Εύβοιας και της Χαλκίδας. Τον χάρτη αυτό της νήσου αντιγράφει παρεμφερές έργο του επόμενου αιώνα (Sandrart στα 1686). Όπως όλα τα έργα του είδους, το νησολόγιο του Antonio Millo (1582-91) εμπλουτίζεται από χαρακτικά που είχαν ήδη δημοσιευθεί σε έντυπες εκδόσεις της εποχής. Στους χάρτες των νησολογίων του ο Αντώνιος σημειώνει τα επικίνδυνα σημεία πλεύσης, και χρησιμοποιεί τα τοπωνύμια των πορτολάνων της εποχής. Ο T. Porcacchi κυκλοφόρησε μία πολύ πετυχημένη έκδοση (1620) νησολογίου με τη νέα τεχνική στην χάραξη, αυτήν της χαλκογραφίας. Η τεχνική αυτή επέτρεπε περισσότερες λεπτομέρειες, μεγαλύτερη ακρίβεια, πυκνότητα πληροφοριών, και καθιερώθηκε σταδιακά σε όλα τα εικονογραφημένα έργα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, οπότε προτιμήθηκε βαθμιαία η λιθογραφία. Στην έκδοση του Μ. Boschini, μικρό νησολόγιο και όμορφο δείγμα της βενετσιάνικης χαρακτικής των μέσων του 17ου αιώνα, ο χάρτης της Εύβοιας, όπως και όλοι οι άλλοι, συνοδεύεται με επεξηγηματικό κείμενο ιστορικο-γεωγραφικού περιεχομένου. Το νησολόγιο του Fr. Piacenza (1688) περιλαμβάνει χάρτες με εξαιρετική χάραξη και πλούσιο αφηγηματικό υλικό για τα νησιά του Αιγαίου πελάγους αλλά και την Κύπρο και την Πελοπόννησο. Οι εξαιρετικής χάραξης χάρτες της αρχαίας Ελλάδος του J. Laurenberg (1660) συνοδεύονται από επεξηγηματικά ιστορικο-γεωγραφικά κείμενα, όπου αναγνωρίζουμε την βαθιά λόγια γνώση του δημιουργού.

Ο V.M. Coronelli, ιδρυτής της Γεωγραφικής Aκαδημίας των Αργοναυτών στη Bενετία, δεν ταξίδεψε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ωστόσο, μεταξύ άλλων, κυκλοφόρησε δεκάδες εκδόσεις με πολλές χαλκογραφίες, διθύραμβο για τις νικηφόρες μάχες των συμπατριωτών του κατά τον Eνετο-οθωμανικό πόλεμο (1684-1687). Για την Εύβοια δημοσιεύονται άποψη της Χαλκίδας (V.M. Coronelli στα 1687), κατόψεις των φρουρίων, χάρτης της νήσου και της περιοχής της Χαλκίδας (V.M. Coronelli στα 1688). Τα σχέδια αυτά, που αντιγράφηκαν αυτούσια ή σε παραλλαγές, συνοδεύουν έκτοτε πάμπολλες επανεκδόσεις ή μεταφράσεις έργων του Coronelli, ή εικονογραφούν μεταγενέστερα ταξιδιωτικά χρονικά (B. Randolph, 1689), ιστορικά συγγράμματα και έντυπες γεωγραφικές εκδόσεις (Ol. Dapper “Archipel” στα 1688). Στην τελευταία συναντούμε  πίνακα με νομίσματα της νήσου. Στο ίδιο πνεύμα χάραξης και θεματικής δημοσιεύεται και άποψη της Χαλκίδας στο έργο του B. Randolph (1687). Τα χαρακτικά στην έκδοση του 1708 του V.M. Coronelli παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρόλο που πολλοί πίνακες επαναλαμβάνουν θέματα που είχαν ήδη δημοσιευτεί σε προγενέστερες εκδόσεις της Γεωγραφικής Ακαδημίας των Αργοναυτών. Στις εκδόσεις του J. Enderlin  (1686) και J. Enderlin (1688) συναντούμε πίνακες με θέματα που αντιγράφουν δημοφιλείς προγενέστερες εκδόσεις αλλά και έργα που κυκλοφορούν την ίδια περίοδο καθώς και φανταστική απεικόνιση με αρχαιότητες (J. Enderlin, 1685). Οι πίνακες στο έργο του J. Sandrart (1687) απεικονίζουν κάστρα και τοποθεσίες, κυρίως της βενετικής κυριαρχίας. Παρόμοια έργα κυκλοφόρησαν για να εξάρουν τις νικηφόρες νίκες των Ενετών στη σύγκρουση τους με του Οθωμανούς στη διάρκεια του ΣΤ΄ Βενετο-οθωμανικού πολέμου  (1684-1699). Στα τέλη του 17ου αιώνα, οι εκδόσεις του J. Peeters (1690) εξαίρουν τις νίκες των χριστιανικών δυνάμεων της Δύσης στους Βενετο-οθωμανικούς πολέμους. Απεικονίζονται πόλεις, λιμάνια και τοποθεσίες από την Αδριατική θάλασσα έως την Ινδία.

Στις αρχές του 16ου αιώνα κυκλοφόρησε μια χρονογραφία για τους Οθωμανούς (J.A.M. Adelphus στα 1513), που είναι εμπλουτισμένη με ξυλογραφίες και ανάμεσα στα θέματα που κοσμούν την έκδοση έχουμε μία άποψη της Χαλκίδας.

Χάρτες της νήσου και της ευρύτερης περιοχής συναντάμε στη μυθιστορηματική ανάπλαση, αλλά και ταξιδιωτική αφήγηση του J.J. abbé Barthélemy (στην επανέκδοση του 1832), που ιστορεί με ειδυλλιακό τρόπο ένα πανόραμα του αρχαίου κόσμου και εμπλουτίστηκε με χάρτες, στο χρονικό των εξερευνήσεων του Άγγλου αρχαιολόγου και μέλους της Εταιρείας των Dilettanti R. Chandler (1776), στην έκδοση του Δανού αρχαιολόγου P.Ol. Brönsted (1826) και στο ταξιδιωτικό χρονικό του E. Rey (1867). Η χαρτογράφηση, του έργου του Abbe Barthélemy «Το ταξίδι του Νέου Ανάχαρση»,  από τον πρωτοπόρο γεωγράφο και χαρτογράφo J.D. Barbié du Bocage (1788) αποτελεί ένα σπουδαίο έργο όπου συνδυάστηκε η λόγια γνώση των αρχαίων κειμένων με τα σύγχρονα πορίσματα από επιτόπιες γεωγραφικές έρευνες.  

Μετά το ταξίδι του στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 19ου αιώνα, ο O.M. von Stackelberg (1834) κατάφερε να αποδώσει τόσο τις ιστορικές τοποθεσίες, όσο και τις αρχαιότητες με το νέο, βαθμιαία αναφαινόμενο, εικαστικό ρεύμα του ρομαντισμού αλλά και να εντυπωσιάσει  (O.M. von Stackelberg  στα 1831) με τους ηθογραφικού περιεχομένου πίνακές του, όπου τόσο το θέμα, όσο και οι στάσεις και οι κινήσεις των μορφών καινοτομούν σε σχέση με τα συνηθισμένα της εποχής πρότυπα. Τα σπάνια θέματα, και οι εικονογραφήσεις που τα συνοδεύουν, τα οποία διαπραγματεύονται τα άρθρα, τα μελετήματα, τα δοκίμια και τα χρονικά ταξιδιών που συγκεντρώθηκαν στον τόμο του R. Walpole (1820) αποτελούν αξιολογότατα τεκμήρια για την ιστορική, αρχαιολογική κυρίως αλλά και φυσική ιστορία της κάθε τοποθεσίας, και της Εύβοιας ειδικότερα. Σε ένα από τα πιο αξιόλογα έργα του W.M. Leake, (1835, και σε αναστατική έκδοση  1967) τα σχέδια και οι κατόψεις που παραδίδονται μαρτυρούν τη λεπτομερή, συστηματική και συγκροτημένη μελέτη και καταγραφή του χώρου και των μνημείων, μέθοδο που υπηρέτησε με πάθος ο Άγγλος αρχαιόφιλος τοπογράφος.

Με την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους η Εύβοια, κοντά πλέον στη νέα πρωτεύουσα, έγινε επιθυμητός προορισμός για τους επισκέπτες που βρέθηκαν στην Αθήνα.

Οι υδατογραφίες του J. Skene (1838-45), οι οποίες διαφοροποιούνται από τα μέχρι τότε θέματα αλλά και την τεχνική, μας παραδίδουν πολλά τοπία από το νησί, ενώ οι πίνακες που κοσμούν το χρονικό του A. Schweiger Lerchenfeld (1887) πρωτοτυπούν με σκηνές από τον καθημερινό βίο (πανηγύρι, πανδοχείο, αλώνισμα). Η διεισδυτική ματιά και η παρατηρητικότητα στους χώρους και τους ανθρώπους που χαρακτηρίζει το κείμενο του H. Belle (1881) διακρίνεται και στο εικονογραφικό υλικό που εμπλουτίζει το χρονικό του. Το έργο του πολυγραφότατου Ιρλανδού λογίου J.P. Mahaffy που αναφέρεται σε περιηγήσεις του στην Ελλάδα (1890) εμπλουτίστηκε με εξαιρετικές ξυλογραφίες. Τα χαρακτικά αυτά προήλθαν από σχέδια με μολύβι, τα οποία βασίστηκαν σε φανταστικές απεικονίσεις αλλά και φωτογραφίες.

Χαρακτηριστική άποψη του πορθμού του Ευρίπου συναντάμε στο έργο “Grèce” (1835) του F.C.H.L. Pouqueville (που μας κληροδότησε σε άλλο του έργο ένα από τα πιο συγκροτημένα κείμενα για τη γεωμορφολογία της ηπειρωτικής Ελλάδας). Η άποψη αυτή δημοσιεύεται και σε σύγχρονο Λεύκωμα (Piraeus and Ports). Φανταστική αναπαράσταση του αρχαίου φρουρίου στον πορθμό του Ευρίπου έχουμε στην έκδοση του R. Walpole (1818).

Απόψεις τοπίων από το νησί (χαλκογραφίες, λιθογραφίες, υδατογραφίες) που αποδίδουν τους ορεινούς όγκους, τις πεδιάδες και τις ακτές αλλά και τα αξιοθέατα έχουμε στα έργα των Ed. Dodwell (1819), S. Pomardi (1820),  O.M. von Stackelberg (1830),  Chr. Wordsworth (1841) και Chr. Wordsworth (1882) και Et. Rey (1867), ενώ χαρακτηριστική γυναικεία ενδυμασία δημοσιεύται στο έργο του J.S. Bartholdy (1806). 

Σύνταξη: Ιόλη Βιγγοπούλου