Δελφοί
O Γερμανός ουμανιστής N. Gerbelius εξέδωσε (1545) ένα συνοδευτικό κείμενο για τον χάρτη του Κερκυραίου Ν. Σοφιανού (κυκλοφόρησε στα μέσα του 16ου αιώνα), το οποίο και εικονογραφείται με απόψεις μερικών πόλεων και τοποθεσιών που σχετίζονται με τα τοπωνύμια του χάρτη. Φανταστική λοιπόν η πρώτη αναπαράσταση του αρχαίου ιερού με στοιχεία οχυρωμένης πόλης. Δύο σχεδόν αιώνες αργότερα, στο χρονικό του G. Wheler (1682), που αποτελεί μέτρια αντιγραφή του έργου του J. Spon αλλά είχε μεγάλη επιτυχία, δημοσιεύεται ένα σκαρίφημα της περιοχής των Δελφών, όπου σημειώνονται ο οικισμός και μερικά ερείπια. Πρωτοπόρα θεωρούνται τα εικονογραφικά θέματα που συνοδεύουν τη σημαντική για την αρχαιοδιφική έρευνά του έκδοση του ταξιδιού του J. Spon (1678). Τα περισσότερα από τα θέματα αυτά κατατάσσονται ως οι πρώτες απεικονίσεις, κυρίως αρχαιολογικών μνημείων και ερειπίων.
Στη μυθιστορηματική ανάπλαση, αλλά και ταξιδιωτική αφήγηση, του J.J. Barthélemy, που ιστορεί με ειδυλλιακό τρόπο ένα πανόραμα του αρχαίου κόσμου, έκδοση (σε ανατύπωση του 1832) εμπλουτισμένη με χάρτες και σχέδια του Barbié de Bocage, η οποία πυροδότησε το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού για την αρχαιογνωσία, έχουμε έναν χάρτη και μία άποψη του χώρου των Δελφών. Η χαρτογράφηση της έδοσης του Abbe Barthélemy, «Το ταξίδι του Νέου Ανάχαρση», από τον πρωτοπόρο γεωγράφο και χαρτογράφo J.D. Barbié du Bocage (1788) αποτελεί ένα σπουδαίο έργο όπου συνδυάστηκε η λόγια γνώση των αρχαίων κειμένων με τα σύγχρονα πορίσματα από επιτόπιες γεωγραφικές έρευνες.
Οι Άγγλοι J. Stuart και Ν. Revett, με τις άρτιες μετρήσεις και απεικονίσεις μνημείων, αρχαιολογικές παρατηρήσεις και ταξιδιωτικές εντυπώσεις, εγκαινίασαν τη νέα εποχή του νεοκλασικισμού, όπου οι λεπτομερείς καταμετρήσεις αντικαθιστούν τη γενική και φαντασιακή πολλές φορές απεικόνιση αρχαίων μνημείων και έτυχαν θερμής υποδοχής από το αγγλικό κοινό. Στις επιμελημένες εκδόσεις τους (1794, 1814, 1816) περιλαμβάνονται και απόψεις και κατόψεις από την Κασταλία πηγή. Στον Ch.R. Cockerell, μέλος της Εταιρείας των Dilettanti –που προώθησε, ενέπνευσε και πραγματοποίησε αρχαιολογικές αποστολές (ως το 1846) στον ελληνικό χώρο και δημοσίευσε στη συνέχεια σε μνημειώδεις εκδόσεις τα πορίσματά τους– ανήκουν τα σχέδια (1830) αρχιτεκτονικών μελών από τους Δελφούς.
Τους πολλούς και σημαντικούς ταξιδιώτες που περιηγήθηκαν την ηπειρωτική κυρίως Ελλάδα κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους δεν άφησε αδιάφορους το παρελθόν των Δελφών, αν και ο χώρος δεν είχε παρά ελάχιστα ορατά ερείπια. Εντυπωσιακό σχέδιο του τοπίου των Δελφών συναντάμε στον J.C. Hobhouse (1813), ο οποίος θεωρείται ο βαθύτερος δημοσιολογικός αναλυτής των αστικών κέντρων της ηπειρωτικής Eλλάδας και ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Aγώνα. Επίσης, το ποιητικό και συνάμα ζωγραφικό έργο του W. Haygarth (ταξίδεψε το 1810-11 και δημοσίευσε το χρονικό του στα 1814) περιλαμβάνει μία άποψη του τοπίου των Δελφών, ενώ στο έργο (1820) του ένθερμου φιλλέληνα και υποστηρικτή του Αγώνα για την Ανεξαρτησία, T.S. Hughes υπάρχει ενδιαφέρον τοπογραφικό σκαρίφημα της περιοχής. Αν και οι περισσότεροι πίνακες που κοσμούν το έργο του Ed.D. Clarke (1816) είναι αρχαιολογικού ως επί το πλείστον ενδιαφέροντος, τα χαρακτικά αυτά είναι επίσης πολύτιμα για την ιστορία των τόπων, λόγω της σπανιότητας των θεμάτων που απεικονίζονται.
Το ταξίδι του Άγγλου αρχαιολόγου Ed. Dodwell και οι εκδόσεις που ακολούθησαν (μία από αυτές στα 1819 και Ed. Dodwell στα 1819) σηματοδότησαν έκτοτε έναν νέο τρόπο ανάγνωσης του «χώρου» και των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτόν (τοπίο, αρχαιότητες, άνθρωποι κ.λπ). Για τους Δελφούς δημοσιεύει νομίσματα της περιοχής, ενώ ο συνοδοιπόρος του στο ταξίδι αυτό, ο Ιταλός ζωγράφος S. Pomardi, που εξέδωσε και το δικό του χρονικό (1820) εμπλουτισμένο με πολλά σχέδια, δημοσιεύει πολύ ενδιαφέρουσες όψεις από τον χώρο των Δελφών. Πλούτο πληροφοριών, τόσο για το ιστορικό τοπίο όσο και για τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο των Ελλήνων κατά την προεπαναστατική περίοδο, μας παραδίδουν οι εξαιρετικής ποιότητας πίνακες του Ed. Dodwell (1819). Οι πίνακες, τέλος στο έργο (1834) του Ed. Dodwell απεικονίζουν σπάνιες απόψεις λιγότερο γνωστών αρχαιολογικών τοποθεσιών και παραμένουν πρωτοπόροι όσον αφορά τη θεματική τους. Σε μια από τις πολλές εκδόσεις πάνω στα ήθη, τα έθιμα, τις ενδυμασίες και τα μνημεία της Ελλάδος (Griechenland, 1825c), η εικονογράφηση δανείζεται πίνακες από δημοφιλή ταξιδιωτικά έργα τα οποία είχαν κυκλοφορήσει τις προηγούμενες δεκαετίες. Έτσι, ο πίνακας με άποψη της Κασταλίας πηγής στους Δελφούς είναι αντιγραφή του αντίστοιχου θέματος από το έργο του Ed. Dodwell σε νέα χάραξη.
Νομίσματα της περιοχής απεικονίζονται και στο έργο του Δανού αρχαιολόγου P.Ol. Brönstend (1826).
Μετά το ταξίδι του στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 19ου αιώνα, ο O.M. von Stackelberg (1834) κατάφερε να αποδώσει τόσο τις ιστορικές τοποθεσίες, όσο και τις αρχαιότητες με το νέο, βαθμιαία αναφαινόμενο, εικαστικό ρεύμα του ρομαντισμού.
Ο παραγωγικότατος και φιλέλληνας ζωγράφος W. Williams δεν παρέλειψε βέβαια να συμπεριλάβει στη θεματογραφία του το τοπίο των Δελφών (1829), ενώ ένα από τα θέματά του συναντάμε και στις λιθογραφίες του ζωγράφου Et. Rey (1867). Ο F.C.H.L. Pouqueville(που μας κληροδότησε ένα από τα πιο συγκροτημένα κείμενα για τη γεωμορφολογία της ηπειρωτικής Ελλάδας), στο έργο του “Grèce” (1835) δανείζεται για την εικονογράφηση, κυρίως, απόψεις από δημοφιλείς και αξιόλογες προγενέστερες εκδόσεις άλλων περιηγητικών έργων. Σε ένα από τα πιο αξιόλογα έργα του W.M. Leake, (1835, και σε αναστατική έκδοση 1967) τα σχέδια και οι κατόψεις που παραδίδονται μαρτυρούν τη λεπτομερή, συστηματική και συγκροτημένη μελέτη και καταγραφή του χώρου και των μνημείων, μέθοδο που υπηρέτησε με πάθος ο Άγγλος αρχαιόφιλος τοπογράφος.
O Chr. Wordsworth (ο οποίος κυκλοφόρησε αμέσως μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους, ένα έργο –περισσότερο ιστορικο-αφηγηματικό παρά περιηγητικό– με πλούσια εικονογράφηση, που είχε μεγάλη απήχηση) εκτός των άλλων απόψεων της περιοχής (η Κασταλία πηγή, η κοιλάδα του Πλειστού, το χωριό Καστρί) δημοσιεύει και ένα αρχαίο ανάγλυφο (1882) ενώ σε ρομαντικό σκηνικό το τοπίο των Δελφών επαναλαμβάνεται και στον C. Frommel (1830). Η Κασταλία, ως το μόνο ορατό μνημείο από την ιστορία του ιερού, επανέρχεται συχνά σαν εικονογραφικό θέμα (L. Dupré). Οι λιθογραφίες του Α.-V. Joly (1824), εμπνευσμένες από προγενέστερα έργα παρόμοιας θεματικής, εναρμονίζονται απόλυτα με το φιλελληνικό πνεύμα της εποχής.
Τα καλλιτεχνικά περιοδικά του 19ου αιώνα, με ταξιδιωτικό αλλά και αφηγηματικό περιεχόμενο, δημοσίευαν πίνακες με απόψεις σημαντικών μνημείων της Ανατολής συνοδευόμενους από εμπεριστατωμένα επεξηγηματικά κείμενα. Αποτελούσαν ευπώλητες εκδόσεις με ψυχαγωγικό αλλά και εποικοδομητικό χαρακτήρα (M. Busch, 1869).
Προς την τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα, το τοπίο του Παρνασσού, η Κασταλία, αλλά και η ανδρική ενδυμασία κατοίκου της περιοχής αναδεικνύονται σε ταξιδωτικά έργα (R.R. Farrer στα 1882 και Α. Schweiger Lerchenfeld στα 1887). Γυναικεία ενδυμασία περιλαμβάνεται στο αξιολογότατο έργο του O.M. von Stackelberg (1828), ο οποίος κατάφερε να μεταδώσει στους πίνακες τους με τους ανθρώπινους τύπους στην προεπαναστατική Ελλάδα, την ίδια ήρεμη και γαλήνια ατμόσφαιρα με την οποία απέδωσε τα ελληνικά τοπία. Η διεισδυτική ματιά και η παρατηρητικότητα στους χώρους και τους ανθρώπους που χαρακτηρίζει το κείμενο του H. Belle (1881) διακρίνεται και στο εικονογραφικό υλικό που εμπλουτίζει το χρονικό του. Το έργο του πολυγραφότατου Ιρλανδού λογίου J.P. Mahaffy που αναφέρεται σε περιηγήσεις του στην Ελλάδα (1890) εμπλουτίστηκε με εξαιρετικές ξυλογραφίες. Τα χαρακτικά αυτά προήλθαν από σχέδια με μολύβι, τα οποία βασίστηκαν σε φανταστικές απεικονίσεις αλλά και φωτογραφίες. Eξαιρετικής ποιότητας ξυλογραφίες κοσμούν το έργο του J. von Falke (1887 / 2002). Απεικονίζουν έργα της αρχαίας ελληνικής τέχνης αλλά και φανταστικές αναπαραστάσεις που αφορούν κυρίως τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο των αρχαίων Ελλήνων.
Τον 19ο αιώνα ήδη, οι ταξιδιωτικοί οδηγοί έγιναν το απαραίτητο εφόδιο για τους ταξιδιώτες. Με το νέο επαναστατικό σχήμα «τσέπης» που επινόησε ο Κ. Baedeker, τους χάρτες των προς επίσκεψη αρχαιολογικών κυρίως τοποθεσιών, όπως και των Δελφών (1894), και τα πλήρως ενημερωμένα σχεδιαγράμματα, οι «Οδηγοί» έγιναν περισσότερο πρακτικοί και ευπώλητοι.
Στιγμιότυπα με ανθρώπινους τύπους, φωτογραφημένους σε αγροτικές και άλλες δραστηριότητες καθώς και εντυπωσιακά τοπία συνοδεύουν τις αναμνήσεις από το ταξίδι του S.J. Barrows (1898). Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, ο φωτογραφικός φακός γίνεται η «φιλοσοφική λίθος» της ιστορικής μνήμης και οι αρχαιολογικοί χώροι με τα ερείπια περνούν στην αιωνιότητα με την πιο αληθινή τους μορφή (E. Reisinger στα 1923, Fr. Perilla στα 1929). Με φωτογραφίες καταγράφηκαν και σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα που εξελίχτηκαν στον χώρο των Δελφών, όπως οι Δελφικές Γιορτές, όταν ο φακός του R. Puaux ήταν παρών. Το τοπίο των Δελφών (Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς) δεν έπαψε να εμπνέει τους καλλιτέχνες-περιηγητές, οι οποίοι με εικαστικά μέσα απαθανάτισαν τις ομορφιές του (Vera Willoughby στα 1925).
Σύνταξη: Ιόλη Βιγγοπούλου